13 Φεβρουαρίου – Παγκόσμια Ημέρα Ραδιοφώνου
Η 13η Φεβρουαρίου καθιερώθηκε από την UNESCO ως Παγκόσμια Ημέρα Ραδιοφώνου, προκρίνοντας την ημερομηνία αυτή κατά την οποία το 1946 πρωτολειτούργησε το ραδιόφωνο του ΟΗΕ.
Σκοπός της Παγκόσμιας Ημέρας Ραδιοφώνου είναι ο εορτασμός του ως Μέσου Μαζικής Επικοινωνίας, η βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των ραδιοφωνικών οργανισμών σε παγκόσμιο επίπεδο και η ενθάρρυνση όλων ανεξαιρέτως των δικτύων να προωθήσουν την πρόσβαση στην πληροφόρηση και την ελευθερία της έκφρασης.
Το ραδιόφωνο στην Ελλάδα – Τα πρώτα βήματα
Το ραδιόφωνο στην Ελλάδα εμφανίστηκε στη δεκαετία του 1920 με πειραματικές προσπάθειες μικρής κλίμακας από ιδιώτες και δημόσιους φορείς. Ο επίσημος φορέας συστήθηκε το 1938 και χρησιμοποιήθηκε για την προπαγάνδα του μεταξικού καθεστώτος.
Είχε έντονα πολιτικές χρήσεις από τις προπολεμικές και τις μετεμφυλιακές κυβερνήσεις, ωστόσο έγινε ένα λαϊκό, ψυχαγωγικό μέσο που προσέλκυσε σημαντικούς ανθρώπους του πνεύματος, οι οποίοι παρήγαγαν ποιοτικό πρόγραμμα.
Ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών (ΡΣΑ) άρχισε να εκπέμπει από τις 25 Μαρτίου 1938 και σε κανονικό πρόγραμμα από τις 21 Μαΐου της ίδιας χρονιάς. Η έδρα του ήταν στα υπόγεια του Ζαππείου και πρώτη εκφωνήτρια ήταν η Αφροδίτη Λαουτάρη. Θρυλικό είχε γίνει το σήμα του σταθμού, η βουκολική μελωδία, ο «Τσοπανάκος», που έμεινε γνωστό ως τις ημέρες μας.
Από το 1948, εν μέσω εμφυλίου, άρχισε να λειτουργεί και ο Ραδιοφωνικός Σταθμός των Ενόπλων Δυνάμεων. Ραδιοφωνικό σταθμό, την «Φωνή της Αλήθειας», είχε κατά τη διάρκεια του εμφυλίου και ο Δημοκρατικός Στρατός που εξέπεμπε από τη Γιουγκοσλαβία και αργότερα τη Ρουμανία, το πρόγραμμά του όμως ακούγονταν από λίγους και είχε μικρή απήχηση. Η «Φωνή της Αλήθειας» εξέπεμπε ως το 1967.
Πειρατικοί και παράνομοι σταθμοί
Τη δεκαετία του 1960 εμφανίστηκε το φαινόμενο των ραδιοπειρατών, οι οποίοι είχαν στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις σταθμούς μικρής εμβέλειας και ισχύος στα μεσαία κύματα και αργότερα στα FM.
Οι σταθμοί έπαιζαν πολλή μουσική, λαϊκές επιτυχίες ή ροκ, αργότερα ντίσκο ή μέταλ, που δεν παίζονταν πάντα από τα κρατικά ραδιόφωνα και μετέδιδαν αφιερώσεις. Το ενημερωτικό ή ειδησεογραφικό περιεχόμενο των σταθμών ήταν σχεδόν ανύπαρκτο, πολλοί ήταν δε απολίτικοι για να αποφύγουν τις διώξεις.
Υπολογίζεται ότι σε μια 20ετία υπήρξαν 5.000 – 7.000 ραδιοπειρατές, ίσως ακόμα και 10.000. Είχαν, ωστόσο, να αντιμετωπίσουν τις συνεχείς διώξεις και τις βαριές ποινές των Αρχών, οι οποίες τους επέβαλαν πρόστιμα βάσει του χουντικού νόμου, γιατί δεν είχαν άδεια.
Τη δεκαετία του 1980 το φαινόμενο των ραδιοπειρατών επεκτάθηκε, παρά το ότι οι αρχές δεν σταμάτησαν τις διώξεις. Η απήχηση των πειρατικών ή (νόμιμων) αυτοοργανωμένων σταθμών στη Γαλλία και την Ιταλία κινητοποίησε μέρη της Αριστεράς στην Ελλάδα που πήραν σχετικές πρωτοβουλίες. Σε αυτή τη κατεύθυνση βοηθούσε και το άνοιγμα της ραδιοτηλεόρασης που είχε αρχίσει λίγο νωρίτερα και σε άλλες χώρες της Ευρώπης υπό την αιγίδα της ΕΟΚ.
Η επικράτηση της ιδιωτικής ραδιοφωνίας
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 είχε αρχίσει να τίθεται πιο έντονα το αίτημα για μη κρατική ραδιοφωνία και, προς τα μέσα, για την τηλεόραση. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εξέτασε το ενδεχόμενο άρσης του μονοπωλίου το 1982 και το 1985, αλλά δεν υπήρξε συνέχεια.
Ο πρώτος νόμιμος ιδιωτικός ραδιοσταθμός ήταν ο Αθήνα 9.84 που εξέπεμψε στις 31 Μαΐου 1987 και ακολούθησε το Κανάλι Ένα 90,6 στον Πειραιά στις 26 Ιουνίου και τον Σεπτέμβριο ο FM100 στη Θεσσαλονίκη. Σύντομα ιδρύθηκαν δεκάδες σταθμοί σε όλη τη χώρα, φέρνοντας τη λεγόμενη άνοιξη της ραδιοφωνίας.
Την ανάπτυξη και εξάπλωση του ραδιοφώνου διαδέχτηκε μία περίοδος πειραματισμών και ανταγωνισμού. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 οι ιδιωτικοί σταθμοί, συνήθως οι ενημερωτικοί, κατέγραφαν πολύ υψηλές ακροαματικότητες και ήταν έντονα πολιτικοποιημένοι.
Από την άλλη, οι ραδιοσταθμοί στην περιφέρεια λόγου κόστους επενδύουν λιγότερο στην ενημέρωση και περισσότερο στην ψυχαγωγία. Πολλοί συνδέονται για μερικές ώρες κάθε ημέρα με μεγάλους αθηναϊκούς σταθμούς και ανα-μετεδίδουν το πρόγραμμά τους.
Μετά το 2010 εξαιτίας της κρίσης στα ΜΜΕ που οδήγησε σε κλείσιμο ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, υπάρχουν προσπάθειες για αυτοοργανωμένους, αυτοδιαχειριζόμενους σταθμούς, οι οποίοι χρειάζονται άδεια από τις αρμόδιες αρχές και δικαστικές αποφάσεις απόδοσεις στους εργαζομένους.
Πηγή: cna.gr